Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Ανδρονίκι

Συγγραφή : Καραχρήστος Ιωάννης (15/3/2005)

Για παραπομπή: Καραχρήστος Ιωάννης, «Ανδρονίκι», 2005,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3594>

Ανδρονίκι (23/1/2006 v.1) Androniki (Endürlük) (23/1/2006 v.1) 
 

1. Ανθρωπογεωγραφία

Χωριό της Καππαδοκίας, χτισμένο στη βόρεια πλευρά του Αργαίου όρους, το οποίο απέχει δύο ώρες από την Καισάρεια και μισή από το Ζιντζίντερε. Στις αρχές του 20ού αιώνα, πέρα από το υπάρχον παραδοσιακό οδικό δίκτυο, κατασκευάστηκε και αμαξιτός δρόμος που συνέδεε το Ανδρονίκι με την Καισάρεια. Στην περιοχή υπήρχαν πλούσια βοσκοτόπια, αμπελώνες, κήποι και οπωρώνες. Το υγιεινό κλίμα της περιοχής έφερνε στο Ανδρονίκι και τα γύρω χωριά αρκετούς εύπορους κατοίκους της Καισάρειας, οι οποίοι περνούσαν εκεί τα καλοκαίρια τους. Ενδεικτικό αυτής της τάσης είναι και το γεγονός ότι το 1860 μεταφέρθηκε στο Ανδρονίκι η έδρα του αγγλικού προξενείου Καισάρειας.

Τα στοιχεία που διαθέτουμε για την ιστορία του Ανδρονικίου είναι κάπως συγκεχυμένα. Έτσι, δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία ίδρυσης του οικισμού, ο οποίος όμως υποστηρίζεται ότι υπήρχε ήδη από τη Βυζαντινή εποχή.1 Η πρώιμη και συνεχής κατά τη διάρκεια της περιόδου της οθωμανικής κυριαρχίας ύπαρξή του βεβαιώνεται και από τις συχνές εμφανίσεις του σε οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα με την πρώτη να χρονολογείται ήδη στο 1500.2

Αποκλίνουσες ερμηνείες υπάρχουν σχετικά με την προέλευση του ονόματος του οικισμού. Σύμφωνα με τοπική, λαϊκή παράδοση η τουρκική ονομασία, Endürlük, αποτελεί παραφθορά του ρήματος indirmek που σημαίνει κατεβάζω. Αν δεχτούμε αυτή την ερμηνεία, τότε το Ανδρονίκι είναι αποτέλεσμα μετανάστευσης, που μάλιστα θα πρέπει να έχει γίνει κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, ώστε να δικαιολογείται και η τουρκική προέλευση του ονόματος. Είναι σαφές ότι η ερμηνεία αυτή έρχεται σε αντίθεση με τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την ιστορία του οικισμού. Πολύ πιο πειστική είναι η άποψη που διατυπώνεται από τη Ρενιέρη, η οποία υποστηρίζει ότι πρόκειται για εκτουρκισμό του αρχικού ονόματος Ανδρονίκι, ονομασία που παρέπεμπε στον Άγιο Ανδρόνικο της Εφέσου. Οι μεταβατικές ονομασίες Edirnik, Andr[e]nük και Andrun[i]k, που απαντούν σε οθωμανικές πηγές του 16ου αιώνα μέχρι να καθιερωθεί τελικά η ονομασία Endürlük, στηρίζουν την άποψή της.3

Πρόκειται για μεικτό χωριό όπου κατοικούσαν ορθόδοξοι χριστιανοί, οι οποίοι αποτελούσαν και τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα, και λίγοι μουσουλμάνοι, οι περισσότεροι από τους οποίους κατοικούσαν σε χωριστή συνοικία. Οι χριστιανοί κάτοικοι του Ανδρονικίου ήταν τουρκόφωνοι και στην περίοδο της πληθυσμιακής ακμής του χωριού, που χρονικά συμπίπτει με το α΄ μισό του 19ου αιώνα περίπου, χωρίζονταν σε έξι ενορίες. Ο οικουμενικός πατριάρχης Κύριλλος, που επισκέφθηκε την περιοχή το 1815, υποστήριξε ότι στο Ανδρονίκι ζούσαν 2.000 ορθόδοξοι χριστιανοί. Με βάση την οθωμανική απογραφή του 1834-1835, η οποία αποτελεί και την εγκυρότερη πηγή για αυτή την περίοδο, ο χριστιανικός πληθυσμός υπολογίστηκε σε 2.500 άτομα περίπου.

Η πληθυσμιακή αύξηση συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1860, οπότε ο πληθυσμός των ορθόδοξων χριστιανών υπολογίζεται περίπου σε 3.000. Ακολουθεί μια περίοδος δημογραφικής κάμψης, η οποία συνδέεται με το συνεχώς αυξανόμενο μεταναστευτικό ρεύμα που οδηγεί τους άνδρες μακριά από το χωριό. Αν και δε διαθέτουμε αξιόπιστα ποσοτικά στοιχεία για την περίοδο του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, η δραματική μείωση του πληθυσμού είναι εμφανής. Το 1912 ο αριθμός των οικογενειών των χριστιανών είναι μόλις 176 από 320 που ήταν στα τέλη του 19ου αιώνα. Η τάση αυτή συνεχίστηκε και στην επόμενη δεκαετία. Έτσι το 1924 ο πληθυσμός των χριστιανών έφτανε μόλις τα 145 άτομα, τα οποία ήταν μοιρασμένα σε 53 οικογένειες.4 Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι ο αριθμός αυτός είχε εκτιμηθεί σε 600 περίπου οικογένειες στα μέσα του 19ου αιώνα.5 Όσο υπερβολικό κι αν θεωρηθεί αυτό το νούμερο, η τάση για συρρίκνωση του πληθυσμού είναι περισσότερο από εμφανής.

2. Οικονομία

Οι δυνατότητες ανάπτυξης αγροτικής παραγωγής στην περιοχή των χωριών του Αργαίου ήταν περιορισμένες. Το γεγονός αυτό γινόταν ακόμα πιο έντονο σε περιόδους αύξησης του πληθυσμού, όταν η ούτως ή άλλως περιορισμένη αγροτική παραγωγή δεν επαρκούσε για τη συντήρηση των κατοίκων και ως μόνη διέξοδος πλέον πρόβαλε η μετανάστευση. Τα παραπάνω ίσχυσαν και στην περίπτωση του Ανδρονικίου, όπου η μετανάστευση, όπως άλλωστε συνέβη και σε άλλους οικισμούς της Καππαδοκίας, άρχισε να γίνεται συχνότερη στα τέλη του 18ου αιώνα. Από τότε συνεχίστηκε σε όλο το 19ο αιώνα με συνεχώς αυξανόμενους ρυθμούς. Η πρακτική αυτή αποτυπώθηκε και στην απογραφή του 1834-1835 σύμφωνα με την οποία το 49% του ανδρικού πληθυσμού ήταν μετανάστες, το 34% αφορούσε παιδιά και ηλικιωμένους και μόνο το 17% του συνόλου του ανδρικού πληθυσμού του Ανδρονικίου περιλάμβανε οικονομικά ενεργό πληθυσμό που ζούσε μόνιμα εκεί.6

Και οι Ανδρονικώτες ακολούθησαν σε μεγάλο βαθμό το μεταναστευτικό πρότυπο που γνωρίζουμε και από άλλους οικισμούς της Καππαδοκίας. Οι μετανάστες εγκατέλειπαν τον τόπο καταγωγής τους σε μικρή ηλικία. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στην απογραφή του 1834-1835 έχουν καταγραφεί και μετανάστες ηλικίας 11-13 ετών.7 Κατευθύνονταν σε μέρη όπου βρίσκονταν ήδη εγκατεστημένοι συγγενείς ή συντοπίτες, προκειμένου να μαθητεύσουν στο μελλοντικό τους επάγγελμα. Μετά το πέρας της μαθητείας και έχοντας φτάσει πια σε ηλικία γάμου, επέστρεφαν στο Ανδρονίκι για να παντρευτούν. Μετά το γάμο τους ξαναέφευγαν από το χωριό και συνέχιζαν τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες. Εκτός από κάποιες επισκέψεις που κατά καιρούς έκαναν στις οικογένειές τους, επέστρεφαν πια για να εγκατασταθούν μόνιμα στο Ανδρονίκι μετά το πέρας της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, σε ηλικία 50 ετών περίπου ή και παραπάνω. Μέχρι και το α΄ μισό του 19ου αιώνα κατευθύνονταν κυρίως προς την Κωνσταντινούπολη, παραδοσιακό τόπο προορισμού μεταναστών από την Καππαδοκία και τη Σμύρνη. Ανδρονικιώτες μετανάστες βρίσκουμε εκείνη την περίοδο και σε ανερχόμενα αστικά κέντρα του Πόντου, όπως η Σαμψούντα, η Μερζιφούντα, η Πάφρα και η Κασταμονή, όπου ασχολούνταν με το εμπόριο του καπνού και των δημητριακών. Τέλος, αρκετοί Ανδρονικιώτες εργάζονταν στα μεταλλεία του Bereketli Maden. Η μεγάλη ανάπτυξη που γνώρισαν μετά το 1860 το εμπόριο βαμβακιού και δευτερευόντως το σιτεμπόριο στην ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης, το εμπόριο βαμβακιού και λαδιού στα Άδανα, την Ταρσό και τη Μερσίνα, καθώς και το καπνεμπόριο στην περιοχή του Πόντου επαναπροσδιόρισε το μεταναστευτικό χάρτη των Ανδρονικιωτών σε βάρος των υπόλοιπων προορισμών. Οι ίδιοι λόγοι τους οδήγησαν και εκτός Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως στην Αίγυπτο (Αλεξάνδρεια και Κάιρο).

Ο πολύ υψηλός ρυθμός μετανάστευσης είχε τεράστιες συνέπειες για την οικονομία του οικισμού. Η γεωργία σταδιακά εγκαταλείφθηκε ή πέρασε στα χέρια των γυναικών των μεταναστών, καθώς και των μουσουλμάνων. Πολύ συχνά οι τελευταίοι αναλάμβαναν ως αγρολήπτες να καλλιεργήσουν τα κτήματα των μεταναστών με την υποχρέωση να τους παραδώσουν ένα μέρος της σοδειάς, συνήθως το μισό. Όσοι έμεναν στο χωριό, μαζί με μετανάστες από τη γύρω περιοχή που είχαν εγκατασταθεί στο Ανδρονίκι εργάζονταν ως επαγγελματίες και βιοτέχνες, με στόχο την εξυπηρέτηση των αναγκών της τοπικής αγοράς και της αυξημένης οικοδομικής δραστηριότητας, που οφειλόταν κυρίως στα σπίτια που έχτιζαν οι μετανάστες. Γυναικεία εργασία αποτελούσε η παραγωγή τοπικών προϊόντων, κυρίως καϊμακιού και παστουρμά, τα οποία διέθεταν προς πώληση τόσο στη γύρω περιοχή, όσο και στις περιοχές όπου βρίσκονταν εγκατεστημένοι Ανδρονικιώτες μετανάστες. Γυναίκες επίσης κατασκεύαζαν μάλλινα χαλιά κατά παραγγελία εμπόρων της Καισάρειας. Η τρομακτική συρρίκνωση του πληθυσμού που σημειώθηκε προς το τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, όταν οι μετανάστες άρχισαν να παίρνουν μαζί τους και τις οικογένειές τους, οδήγησε σε μαρασμό και την τοπική αγορά.

3. Κοινοτική Οργάνωση

Το Ανδρονίκι ήταν κοινότητα που διοικητικά υπαγόταν στο μουτεσαριφλίκι Καισαρείας και το βιλαέτι της Αγκύρας. Οι επίτροποι της εκκλησίας, μαζί με εκείνους των σχολείων αποτελούσαν κοινό σώμα, τη λεγόμενη εφοροεπιτροπή, και ήταν επιφορτισμένοι με την οικονομική και γενικότερη διαχείριση των παραπάνω ιδρυμάτων. Η εφοροεπιτροπή στελεχωνόταν από ηλικιωμένους κυρίως άνδρες μια και οι υπόλοιποι ήταν στην πλειονότητα τους μετανάστες. Τα μέλη της ήταν αιρετά και εκλέγονταν από τους άνδρες του χωριού. Αναφέρεται μάλιστα ότι είχαν διαμορφωθεί δύο αντίπαλες παρατάξεις, οι οποίες διεκδικούσαν τα κοινοτικά αξιώματα.8 Κατά την περίοδο ακμής του οικισμού υπήρχαν ξεχωριστά ταμεία της εκκλησίας, του σχολείου και των φτωχών. Στη συνέχεια, όμως, συγχωνεύτηκαν λόγω έλλειψης πόρων.

4. Θρησκεία

Το Ανδρονίκι υπαγόταν στη μητρόπολη Καισαρείας και χωριζόταν σε 6 ενορίες, οι οποίες αυξομειώνονταν, ακολουθώντας την κίνηση του πληθυσμού. Δεν είναι τυχαίο ότι μετά το 1890 ο αριθμός τους περιορίστηκε αρχικά σε 2 και αργότερα μόνο σε 1. Αντίστοιχες αυξομειώσεις παρουσίασε και ο αριθμός των ιερέων.9 Ο κύριος ναός του οικισμού, που ήταν αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα, χτίστηκε το 1835. Στην ίδια ακριβώς θέση υπήρχε παλαιότερος ναός, που ήταν αφιερωμένος στους αγίους Πρόβο, Τάραχο και Ανδρόνικο τον Εφέσιο.

5. Εκπαίδευση

Οι διαθέσιμες μαρτυρίες σχετικά με την κατάσταση της εκπαίδευσης δε φτάνουν πριν από το 1836, χρονική στιγμή κατά την οποία στο Ανδρονίκι λειτουργούσε αλληλοδιδακτικό σχολείο. Το 1864 η κοινότητα χρηματοδότησε την ανέγερση παρθεναγωγείου, ενώ το 1873 χτίστηκε με δωρεές επιφανών Ανδρονικιωτών το κτήριο που στέγασε το Δημοτικό και το Ελληνικό σχολείο. Από έγγραφο της μητρόπολης Καισαρείας, που υποβλήθηκε το 1892 στις οθωμανικές αρχές και στο οποίο αναφέρονται τα ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν στο μουτεσαριφλίκι της Καισάρειας, μαθαίνουμε ότι στο Ανδρονίκι λειτουργούσαν αρρεναγωγείο με 2 δασκάλους και 109 μαθητές και παρθεναγωγείο με 1 δασκάλα και 108 μαθήτριες. Τέλος, σε έγγραφο του μουτεσαρίφη της Καισάρειας προς το μητροπολίτη Καισαρείας, όπου αναγράφονται τα εκπαιδευτήρια στα οποία το 1905 είχε χορηγηθεί άδεια λειτουργίας, διαβάζουμε ότι το αρρεναγωγείο του Ανδρονικίου είχε αναβαθμιστεί σε σχολαρχείο.10

Σημαντικό ρόλο για την οργάνωση και προαγωγή της εκπαίδευσης στο Ανδρονίκι έπαιξαν αναμφισβήτητα και οι μετανάστες. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος ίδρυσης φιλεκπαιδευτικής αδελφότητας στην Κωνσταντινούπολη.11

1. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 15.

2. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 17-18.

3. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 17-18.

4. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 17-21. Τα παραπάνω στοιχεία επιβεβαιώνονται και από μαρτυρίες των συγχρόνων, αλλά και των ίδιων των προσφύγων. Ο Τσουρουκτσής, Γ., Αναμνήσεις από το Ανδρονίκιον (δακτυλογραφημένο χειρόγραφο, ΚΜΣ, ΚΑΠΠ. 17) (Αθήνα 1964), σελ. 12 αναφέρει ότι στις αρχές του 20ού αιώνα στο Ανδρονίκι ζούσαν 300 χριστιανικές οικογένειες, οι οποίες είχαν μειωθεί σε 50 κατά την Ανταλλαγή. Ο Αντωνόπουλος, Σ., Μικρά Ασία, (Αθήνα 1907), σελ. 230, ο οποίος επισκέφθηκε την περιοχή το 1901, ανεβάζει τον αριθμό των χριστιανικών οικογενειών σε 400. Τέλος, ο Χριστόπουλος, Μ.,  Αι εις τας Μητροπόλεις Καισαρείας και Ικονίου Υπαγόμεναι Ελληνορθόδοξοι Κοινότητες, (δακτυλογραφημένο χειρόγραφο, ΚΜΣ, ΚΑΠΠ. 45) (Χανιά 1939), σελ. 19-20 κάνει λόγο για 420 ελληνορθόδοξους και 100 μουσουλμάνους κατοίκους.

5. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 27.

6. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 28.

7. Τσουρουκτσής, Γ., Αναμνήσεις από το Ανδρονίκιον (δακτυλογραφημένο χειρόγραφο, ΚΜΣ, ΚΑΠΠ. 17) (Αθήνα 1964), σελ. 96. Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να βρούμε περισσότερα στοιχεία σχετικά με την κοινοτική οργάνωση του οικισμού.

8. Ρενιέρη, Ε., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 16· Τσουρουκτσής, Γ., Αναμνήσεις από το Ανδρονίκιον (δακτυλογραφημένο χειρόγραφο, ΚΜΣ, ΚΑΠΠ. 17) (Αθήνα 1964), σελ. 97.

9. Τσαλίκογλου, Ε., Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και Ελληνορθόδοξοι Κοινότητες της Περιφερείας Καισαρείας. Βάσει των εις τα Γενικά Αρχεία του Κράτους Κωδίκων (Αθήνα 1976), σελ. 13-14.

10. Χριστόπουλος, Μ.,  Αι εις τας Μητροπόλεις Καισαρείας και Ικονίου Υπαγόμεναι Ελληνορθόδοξοι Κοινότητες (δακτυλογραφημένο χειρόγραφο, ΚΜΣ, ΚΑΠΠ. 45) (Χανιά 1939), σελ. 19-20.

11. Τσουρουκτσής, Γ., Αναμνήσεις από το Ανδρονίκιον (δακτυλογραφημένο χειρόγραφο, ΚΜΣ, ΚΑΠΠ. 17), σελ. 6-7.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>