1. Ιστορικό πλαίσιο
Η εκστρατεία του αυτοκράτορα Θεοφίλου εναντίον των Αράβων στη Μικρά Ασία τον Μάρτιο-Απρίλιο του 8371 εντάσσεται στο πλαίσιο των αραβοβυζαντινών πολεμικών συγκρούσεων που ξεκίνησαν τον 7ο αιώνα. Διαχρονικός στόχος των επιχειρήσεων, η συχνότητα των οποίων εντάθηκε τον 9ο αιώνα, ήταν η αποδυνάμωση του αντιπάλου και η διασφάλιση του ελέγχου όσο το δυνατόν περισσότερων περιοχών της Ανατολής (Μικρά Ασία) και της Δύσης. Της εκστρατείας του 837 είχε προηγηθεί μια προσωρινή παύση των εχθροπραξιών μεταξύ Βυζαντινών και Αράβων από το 834, κυρίως διότι ο Άραβας αλ-Μουτασίμ (al-Mu῾tasim, 833-842) ήταν απασχολημένος στο εσωτερικό του κράτους του με την καταστολή της εξέγερσης του Πέρση επαναστάτη Bābak.2 Ο Θεόφιλος αποφάσισε να επιτεθεί πρώτος εναντίον των Αράβων, ενθαρρυμένος πιθανώς από την παρουσία του Πέρση Θεόφοβου (Nasr) και των στρατιωτών του,3 υποστηρικτών του Bābak, οι οποίοι, μετά την ήττα του τελευταίου από τους Άραβες (25 Δεκεμβρίου 833),4 είχαν καταφύγει στο Βυζάντιο.5 Ενισχυτικά λειτούργησε ενδεχομένως και η νίκη των Βυζαντινών εναντίον των Αράβων στο Castrogiovanni της Σικελίας το ίδιο έτος. Πάντως, τον αποφασιστικότερο ρόλο πρέπει να έπαιξαν οι επαφές που είχε την άνοιξη του 837 ο Θεόφιλος με τον Bābak, ο οποίος την περίοδο εκείνη είχε περιέλθει σε δεινή θέση καθώς εναντίον του είχαν σταλεί όλα τα αραβικά στρατεύματα. Προσδοκώντας βελτίωση της κατάστασής του, ο Bābak προέτρεψε μέσω επιστολής του τον Θεόφιλο να επιτεθεί αμέσως στο χαλιφάτο5 χωρίς τον φόβο ότι θα συναντήσει σημαντική αντίσταση και χωρίς ταυτόχρονα να τεθεί σε κίνδυνο η άμυνα της αυτοκρατορίας από τη συμμετοχή των περισσότερων μικρασιατικών θεμάτων στην εκστρατεία.
2. Έναρξη και έκβαση της εκστρατείας
Τον Μάρτιο του 837 ο Θεόφιλος έθεσε υπό τις διαταγές του μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη,6 η οποία απαρτιζόταν από στρατεύματα των θεμάτων της Μικράς Ασίας, τα υπό την ηγεσία του , Μανουήλ, τους Πέρσες του Nasr/Θεόφοβου, καθώς επίσης και από ομάδες Σλάβων και Βουλγάρων, προκειμένου να πραγματοποιήσει μία ακόμη εκστρατεία εναντίον των Αράβων. Έχοντας ενημερώσει τους Αρμενίους για την άφιξή του στην περιοχή τους και ζητώντας τους να του καταβάλουν φόρο, εισέβαλε στα αραβικά εδάφη, πιθανότατα από τη δίοδο της Μελιτηνής.7 Αρχικά κατευθύνθηκε προς τη Σωζόπετρα (Ζάπετρα),8 την οποία κατέλαβε, απελευθερώνοντας όσους Βυζαντινούς αιχμαλώτους βρίσκονταν εκεί. Κατόπιν διέταξε να θανατωθεί όλος ο ανδρικός πληθυσμός που είχε πέσει στα χέρια των Βυζαντινών και, αφού λεηλάτησε και κατέστρεψε την πόλη, αναχώρησε παίρνοντας μαζί του αιχμαλώτους τα γυναικόπαιδα. Στη συνέχεια, ο Θεόφιλος επιτέθηκε στα Αρσαμόσατα, τα οποία κατέλαβε και πυρπόλησε, και κατόπιν κινήθηκε βορειότερα λεηλατώντας τα περίχωρα της Μελιτηνής. Οι κάτοικοι της Μελιτηνής, έχοντας υπόψη τους την τύχη των δύο άλλων πόλεων, ήρθαν σε συμφωνία με τον Θεόφιλο, απελευθέρωσαν όσους Βυζαντινούς είχαν αιχμαλωτίσει τα προηγούμενα δύο χρόνια9 και κατάφεραν έτσι να σώσουν την πόλη τους από την καταστροφή.10 Συνοδεύοντας πλήθος αιχμαλώτων και έχοντας πια ολοκληρώσει με επιτυχία την εκστρατεία του εναντίον των Αράβων, ο αυτοκράτωρ επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πραγματοποίησε λαμπρό θρίαμβο, συμμετέχοντας μάλιστα και ο ίδιος στους ιππικούς αγώνες. Επίσης, ο Θεόφιλος διέταξε την κατασκευή ενός ανακτόρου στην τοποθεσία Βρύας, στην ασιατική πλευρά της Προποντίδος, σε ανάμνηση της νικηφόρας εκστρατείας του.
3. Συνέπειες
Η επιτυχημένη εκστρατεία του Θεοφίλου εναντίον των Αράβων το 837 ενίσχυσε οπωσδήποτε το γόητρο του Βυζαντίου στο ανατολικό μέτωπο και τόνωσε το ηθικό των στρατευμάτων του. Ταυτόχρονα, τόνωσε και την οικονομία της αυτοκρατορίας, τόσο με τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα που απέφερε όσο και χάρη στο χρηματικό ποσόν που κατέβαλαν τελικά οι Αρμένιοι, ενώ ο Αρμένιος ηγεμών της περιοχής Συσπιρίτις, η οποία γειτόνευε με τα βυζαντινά εδάφη της Χαλδίας, συμφώνησε να γίνει φόρου υποτελής στον αυτοκράτορα.11 Οι στρατιωτικές επιτυχίες των Βυζαντινών είχαν άμεσο αντίκτυπο στην αραβική πλευρά, εξοργίζοντας τον χαλίφη αλ-Μουτασίμ, ο οποίος επιθυμούσε να πάρει αμέσως εκδίκηση, κυρίως για την καταστροφή της Σωζόπετρας και τις βιαιότητες που διαπράχθηκαν σε βάρος του πληθυσμού της. Μέσα σε αυτό το έντονα φορτισμένο συναισθηματικά κλίμα προετοίμασε την εκστρατεία του εναντίον του Βυζαντίου, την οποία πραγματοποίησε το επόμενο έτος (838), με βασικό στόχο την κατάληψη του Αμορίου, της γενέτειρας της δυναστείας του Θεοφίλου.12 Τέλος, όσον αφορά τον Bābak, η νίκη των Βυζαντινών σε βάρος των Αράβων δεν τον ωφέλησε ιδιαίτερα, καθώς λίγο αργότερα (Σεπτέμβριος 837) αιχμαλωτίσθηκε από τα στρατεύματα του χαλίφη και θανατώθηκε τον Ιανουάριο του 838. |
1. Rékaya, M., “Mise au point sur Théophobe et l’alliance de Babek avec Théophile (833/834-839/840)”, Byzantion 44 (1974), σελ. 56-57· Cheynet, J.-Cl., “Théophile, Théophobe et les Perses”, στο Λαμπάκης, Σ. (επιμ.), Η Βυζαντινή Μικρά Ασία (6ος-12ος αιώνας) (Διεθνή Συμπόσια 6, Αθήνα 1998), σελ. 40. Αντίθετα, ο Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 293, την τοποθετεί χρονικά στο καλοκαίρι του 837. 2. Η συγκεκριμένη επανάσταση στόχευε στην προώθηση κοινωνικών μεταρρυθμίσεων στο αραβικό χαλιφάτο. Διήρκεσε από το 816 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 837, ξεκίνησε δηλαδή επί αλ-Μαμούν (al-Ma᾽mūn, 813-833) και κατεστάλη από τον διάδοχό του αλ-Μουτασίμ. 3. Χριστοφιλοπούλου, Αικατερίνη, Βυζαντινή Ιστορία 2/1: 610-8672 (Θεσσαλονίκη 1993), σελ. 204. O Nasr πήρε το όνομα Θεόφοβος μετά τη βάπτισή του και έτσι μαρτυρείται στις βυζαντινές πηγές. Βλ. περισσότερα στο Rékaya, M., “Mise au point sur Théophobe et l’alliance de Babek avec Théophile (833/834-839/840)”, Byzantion 44 (1974), σελ. 43-67. 4. Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 282. Ο Vasiliev, A. A., Byzance et les Arabes 1: La Dynastie d’Amorium (820-867) (Corpus Bruxellense Historiae Byzantinae 1, Bruxelles 1962), σελ. 138, και ο Cheynet, J.-Cl., “Théophile, Théophobe et les Perses”, στο Λαμπάκης, Σ. (επιμ.), Η Βυζαντινή Μικρά Ασία (6ος-12ος αιώνας) (Διεθνή Συμπόσια 6, Αθήνα 1998), σελ. 40, χρονολογούν γενικότερα το γεγονός το 833, ενώ η Χριστοφιλοπούλου Αικατερίνη, Βυζαντινή Ιστορία 2/1: 610-8672 (Θεσσαλονίκη 1993), σελ. 204, το τοποθετεί στο έτος 834. 5. Σύμφωνα με τον Rosser, J., “Theophilus’ Khurramite Policy and its Finale: The Revolt of Theophobus’ Persian Troops in 838”, Βυζαντινά 6 (1974), σελ. 265, υπήρχε μια προηγούμενη συμμαχία ανάμεσα στον αυτοκράτορα Θεόφιλο και τον Bābak, βάσει της οποίας έπρεπε ο Βυζαντινός αυτοκράτωρ να βοηθήσει τον Πέρση επαναστάτη. To ενδεχόμενο αυτό απορρίπτεται από τον Rékaya, M., “Mise au point sur Théophobe et l’alliance de Babek avec Théophile (833/834-839/840)”, Byzantion 44 (1974), σελ. 54-55. 6. Ο Vasiliev, A. A., Byzance et les Arabes 1: La Dynastie d’Amorium (820-867) (Corpus Bruxellense Historiae Byzantinae 1, Bruxelles 1962), σελ. 138, μιλά για 70.000 με 100.000 άνδρες, ενώ ο Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 293, για περίπου 70.000 στρατιώτες και 30.000 βοηθητικούς. 7. Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 293. 8. Οι βυζαντινές πηγές αναφέρουν ότι η Σωζόπετρα ήταν γενέτειρα του χαλίφη και για το λόγο αυτόν ο τελευταίος ζήτησε από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα να επιδείξει μεγαλοψυχία απέναντι στην πόλη. Ο Vasiliev, A. A., Byzance et les Arabes 1: La Dynastie d’Amorium (820-867) (Corpus Bruxellense Historiae Byzantinae 1, Bruxelles 1962), σελ. 140-141, και ο Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 440, σημ. 401, θεωρούν τη συγκεκριμένη μαρτυρία ως έναν μεταγενέστερο μύθο ο οποίος δημιουργήθηκε προκειμένου να παραλληλίσει την κατάληψη της Σωζόπετρας το 837 με εκείνη της γενέτειρας του Θεοφίλου, δηλαδή του Αμορίου, το 838. Οι Hild, F. – Restle, M., Kappadokien (Kappadokia, Charsianon, Sebasteia und Lykandos) (Tabula Imperii Byzantini 2, Wien 1981), σελ. 287, θεωρούν μάλιστα ότι ο μύθος αυτός επινοήθηκε από τους Βυζαντινούς ιστορικούς, προκειμένου να αποδυναμωθεί η σημασία της ήττας των Βυζαντινών στο Αμόριον, καθώς ως αιτία της εμφανίζεται η προηγηθείσα κατάληψη από τον Θεόφιλο της γένετειρας του Άραβα χαλίφη. Αντίθετα, ο Άμαντος, Κ., Ιστορία του βυζαντινού κράτους, τόμ. 13 (Αθήνα 1963), σελ. 414, και η Χριστοφιλοπούλου, Αικατερίνη, Βυζαντινή Ιστορία 2/1: 610-8672 (Θεσσαλονίκη 1993), σελ. 204, αποδέχονται ως αξιόπιστη τη μαρτυρία των βυζαντινών πηγών. 9. Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 294. 10. Ο Vasiliev, A. A., Byzance et les Arabes 1: La Dynastie d’Amorium (820-867) (Corpus Bruxellense Historiae Byzantinae 1, Bruxelles 1962), σελ. 139, αναφέρει ότι ο Θεόφιλος εισέβαλε και στη Μελιτηνή, γεγονός που αμφισβητεί ο Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 440, σημ. 401. Την ίδια άποψη με τον Treadgold φαίνεται να συμμερίζονται και οι Hild, F. – Restle, M., Kappadokien (Kappadokia, Charsianon, Sebasteia und Lykandos) (Tabula Imperii Byzantini 2, Wien 1981), σελ. 234. 11. Treadgold, W. T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford 1988), σελ. 293. 12. Ο Rosser, J., “Theophilus’ Khurramite Policy and its Finale: The Revolt of Theophobus’ Persian Troops in 838” , Βυζαντινά 6 (1974), σελ. 265, θεωρεί ότι η πολιτική ενίσχυσης των Περσών επαναστατών στο αραβικό χαλιφάτο, την οποία ακολουθούσε ο Θεόφιλος, ευθύνεται αποκλειστικά για την οργή του χαλίφη και τη σφοδρή του επίθεση στο Αμόριο. |