βογομιλισμός, ο
Η αίρεση του βογομιλισμού εμφανίστηκε στην ευρύτερη περιοχή της Θράκης στα μέσα του 10ου αιώνα. Ήταν συνδυασμός νεομανιχαϊστικών δοξασιών, πεποιθήσεων των παυλικιανών μετοίκων από τη Μικρά Ασία και τοπικών σλαβονικών ασκητικών κινημάτων. Αφορούσε την ερμηνεία του δόγματος αλλά και την ουσιαστική μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής πρακτικής και της καθημερινής ζωής των πιστών. Οι Βογόμιλοι επιβίωσαν μέχρι το 15ο αιώνα παρά τις διώξεις που υφίσταντο και τις αλλεπάλληλες καταδίκες της δοξασίας τους εκ μέρους της Εκκλησίας.
|
έξαρχος, ο
Στη βυζαντινή εκκλησιαστική διοίκηση το αξίωμα του εξάρχου αρχικά, από τον 5ο αιώνα και εξής, αφορούσε τον επικεφαλής ιεράρχη μιας διοίκησης και πολύ γρήγορα έγινε ένας ακόμα τίτλος του Πατριάρχη, που πιστοποιούσε ότι ήταν ο επικεφαλής ιεράρχης εντός των ορίων δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου του. Το αξίωμα του εξάρχου καταργήθηκε τον 6ο αιώνα, ωστόσο στη συνέχεια οι έξαρχοι ήταν μητροπολίτες ή αντιπρόσωποι μητροπολιτών που ασκούσαν εποπτεία στις εκκλησιαστικές επαρχίες ή στα εκκλησιαστικά και τα μοναστικά ιδρύματα. Κατά τον ύστερο 14ο αιώνα έξαρχοι αναφέρονται οι μητροπολίτες που έδρευαν σε αρχαίες μητροπόλεις και ασκούσαν κάποια εποπτεία σε όλες τις εκκλησιαστικές έδρες και τα ευαγή ιδρύματα της εκκλησιαστικής επαρχίας και στη συνέχεια οι διαπιστευμένοι αντιπρόσωποι του Πατριάρχη (πατριαρχικοί έξαρχοι).
|
Συνοδικό της Ορθοδοξίας, το
Επίσημο έγγραφο της Εκκλησίας το οποίο συντάχθηκε μετά το θρίαμβο της Ορθοδοξίας (843) και πριν από το 920, βασισμένο ενδεχομένως σε προηγούμενα συνοδικά. Αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος («ευχαριστία») εκφράζεται ευγνωμοσύνη στον Κύριο και περιέχονται δεήσεις υπέρ εκείνων που πολέμησαν στο πλευρό του τους αιρετικούς, ενώ στο δεύτερο καταγράφονται όλες οι συνοδικές καταδίκες σημαντικών αιρέσεων.
|