Παύλος Σαμοσάτων

1. Βιογραφικά στοιχεία

O Παύλος γεννήθηκε στα Σαμόσατα, αλλά οι πληροφορίες για την οικογενειακή του κατάσταση δεν είναι σαφείς. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η οικογένειά του ήταν πολύ φτωχή και άλλοι, αντίθετα, ότι ήταν εύπορη. Πάντως κατάφερε να αποκτήσει μεγάλη προσωπική περιουσία και να επιτύχει την ανάρρησή του στον επισκοπικό θρόνο της Αντιόχειας ως διάδοχος του Δημητριανού.

2. Δράση – Ιδεολογία

Την πιο λεπτομερή περιγραφή για τη δράση του Παύλου μάς τη δίνει ο Ευσέβιος.1 Τον παρουσιάζει ως ηγετική φυσιογνωμία, που έκανε κατάχρηση της εξουσίας του. Το 260 χρίστηκε επίσκοπος Αντιοχείας. Όλο το διάστημα κατά το οποίο κατείχε το αξίωμά του διατηρούσε προσωπική σωματοφυλακή, η οποία φρουρούσε όχι μόνο τον ίδιο αλλά και τον καθεδρικό ναό. Εκτός της σωματοφυλακής, ο Παύλος είχε προσλάβει γραμματείς για να τηρούν την αλληλογραφία του και επέφερε αλλαγές στη διαρρύθμιση του ιερού ναού της επισκοπής, εισάγοντας ένα μεγάλο επισκοπικό θρόνο, ένα βήμα και το secretum, ένα μικρό ιδιαίτερο δωμάτιο για τις προσωπικές συναντήσεις του. Η σκιαγραφία του Παύλου από τον Ευσέβιο, εκτός από το μακιαβελικό της χαρακτήρα, φανερώνει ότι η πρώιμη εκκλησία ενδιαφερόταν να έχει στους κόλπους της ανθρώπους μορφωμένους και ισχυρούς, από καλή κοινωνική τάξη.

Ο Παύλος όμως δεν προκαλούσε μόνο με τη συμπεριφορά και τις καινοτομίες του ως προς τα λειτουργικά ζητήματα, αλλά και με τις θεολογικές του απόψεις. Είχε αναπτύξει μια ιδιότυπη θεολογία, τονίζοντας ότι ο Χριστός είχε μόνο ανθρώπινη φύση, δίνοντας μια δική του ερμηνεία στον όρο «ομοούσιος» και προσπαθώντας να προσδιορίσει τις σχέσεις μεταξύ Θεού και Χριστού και να ορίσει την Αγία Τριάδα.

Στις απόψεις αυτές αντιτάχθηκε σθεναρά ένας από τους ιερείς του, ο Μαλχίων, επικεφαλής τότε της θεολογικής σχολής της Αντιόχειας. Δύο ειδικές σύνοδοι συγκλήθηκαν στην Αντιόχεια για να ασχοληθούν με το ζήτημα αυτό. Πρωτοστατούντες ήταν ο Διονύσιος Αλεξανδρείας και ο Φιρμιλιανός Καισαρείας. Η πρώτη, το 264, δεν έφερε αποτέλεσμα, αλλά η δεύτερη, το 268, υποχρέωσε τον Παύλο να διατυπώσει επισήμως το δόγμα του και στη συνέχεια τον καθαίρεσε, εκλέγοντας διάδοχό του το Δόμνο. Η άρνηση του Παύλου να εγκαταλείψει την επισκοπική κατοικία έκανε τους αντιπάλους του να στείλουν επιστολή στον αυτοκράτορα Αυρηλιανό (270-275) ζητώντας την παρέμβασή του.

Στο σημείο αυτό όμως παρεμβλήθηκε ένα πολιτικό ζήτημα που δεν είναι απολύτως σαφές. Ο Παύλος, εκτός από το ιερατικό του αξίωμα, είχε και πολιτικό, αυτό του προνοητή (procurator ducenarius).2 Φαίνεται πως η άρνησή του να εγκαταλείψει την επισκοπική κατοικία προστατευόμενος από τη σωματοφυλακή του καλυπτόταν πίσω από το αξίωμά του αυτό. Έχει θεωρηθεί ότι τον τίτλο αυτό του τον είχε παραχωρήσει η Ζηνοβία, βασίλισσα της Παλμύρας, όταν επέκτεινε την ισχύ της μέχρι την Αντιόχεια. Ωστόσο η Ζηνοβία κυρίευσε την Αντιόχεια μόλις το 269, δηλαδή μία χρονιά μετά την καθαίρεση του Παύλου. Η άποψη που τείνει να επικρατήσει σήμερα είναι ότι ο Παύλος ήταν αξιωματούχος του ρωμαϊκού κράτους και γι’ αυτό οι αντίπαλοί του προσέφυγαν γραπτώς στον Αυρηλιανό. Εκμεταλλεύτηκε το κενό εξουσίας που ακολούθησε την ήττα του Βαλεριανού από τους Σασσανίδες και την επέκταση της σφαίρας επιρροής της Παλμύρας στην περιοχή της Αντιόχειας, τελικά όμως απομακρύνθηκε από την επισκοπική έδρα το 272, όταν ο Αυρηλιανός ανακατέλαβε την πόλη.

3. Επιδράσεις – Αποτίμηση

Οι θεολογικές απόψεις του Παύλου και οι προεκτάσεις που έδωσε στον όρο «ομοούσιος» θεωρείται ότι αποτέλεσαν τον πρόδρομο του νεστοριανισμού. Κάποιοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι οι απόψεις του Παύλου αποτέλεσαν σπέρματα του αδοπτιανισμού, αίρεσης που είχε ιδιαίτερη εξάπλωση στις ανατολικές περιοχές της Μικράς Ασίας και διαπότισε την αρμενική Εκκλησία. Παράλληλα, ο Παύλος αντιπροσώπευε το γηγενές «συριακό» στοιχείο στη θεολογική σκέψη της Αντιόχειας αντιτασσόμενος σε όσους υποστήριζαν τις αλεξανδρινές απόψεις και το προβάδισμα της ελληνικής γλώσσας και παιδείας, πράγμα στο οποίο οφειλόταν ίσως και η συμμαχία του με τη Ζηνοβία.3



1. Ευσ., Εκκλ. Ιστ. 7.28-30. Εκτός από τον Ευσέβιο η προσωπικότητα και οι θεολογικές απόψεις του Παύλου απασχόλησαν και το Θεοδώρητο Κύρρου, Haeret. Fab. Comp. 2.11 και τον Επιφάνιο, Πανάρ. 65.

2. Οι προνοητές (procuratores) ήταν διοικητικοί αξιωματούχοι καταγόμενοι από την τάξη των ιππέων, οι οποίοι υπηρετούσαν κυρίως στις επαρχίες και ήταν άμεσα εξαρτημένοι από τον αυτοκράτορα (όργανά του στην προσπάθεια να ελέγξει τις επαρχίες, παραμερίζοντας τους αριστοκράτες συγκλητικούς). Ο διαχωρισμός τους γινόταν με βάση την αμοιβή τους σε sexagenarii (με ετήσιο μισθό 60.000 σεστέρσιους), centenqrii (με ετήσιο μισθό 100.000 σεστέρσιους) και ducenarii (με ετήσιο μισθό 200.000 σεστέρσιους). Φαίνεται λοιπόν και η οικονομική άνεση και η σημασία του αξιώματος του Παύλου. Ωστόσο οι μελετητές δεν είναι σύμφωνοι για το αν το αξίωμα αυτό προήλθε από το Ρωμαίο αυτοκράτορα ή αν ο Παύλος είχε αποκτήσει τον τίτλο στο πλαίσιο του πρόσκαιρου κράτους της Παλμύρας. Βλ. Norris, F.W., “Paul of Samosata: Procurator Ducenarius”, JThS n.s. 35 (1984), σελ. 50-70.

3. Βλ. Millar, F., “Paul of Samosata, Zenobia and Aurelian: the Church, local culture and political allegiance in third-century Syria”, JRS 61 (1971), σελ. 1-17.